Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Κουρικουλούμ βιτά;


Πριν από λίγο καιρό, στη μικρόπολη όπου έχω συναισθηματικά μεταναστεύσει αφήνοντας πίσω τη μεγάλη πόλη και την καλή εργασία, έγινε μία προκήρυξη του ΟΑΕΔ για επιδοτούμενα σεμινάρια τουριστικού περιεχομένου.

Τα ζητούμενα.
Βασική λυκειακή μόρφωση (είχα περισσότερη), ξένη γλώσσα: αγγλική (γνωρίζω περισσότερες), ηλικιακά όρια: ήμουν εντός.
Οπότε κατάθεσα την προαίτηση, πιστεύοντας ότι ίσως η τύχη τελικά να με έφερε εδώ για να ξεκινήσω νέα καριέρα.

Εννοείται πως έγινα δεκτή στην προαίτηση, ακολούθησε η αίτηση συνοδευόμενη από πρωτότυπα, φωτοτυπίες, μεταφράσεις πτυχίων, επικυρωμένες φωτοτυπίες όλων και όλα αυτά ξανά επικυρωμένα και σφραγισμένα από τη γραμματεία της επιτροπής με την οποία θα γινόταν συνάντηση για μία προσωπική συνέντευξη, προς ολοκλήρωση της εικόνας του υποψήφιου.
Απύθμενη Ελληνική γραφειοκρατία, παραμένεις πάντα και παντού ίδια να ταλαιπωρείς τον κόσμο με τη χαρτομανία σου. 

Όχι κομπάζοντας αλλά κοπιάζοντας, έχω καταφέρει να δημιουργήσω ένα βιογραφικό γεμάτο γλώσσες, γνώσεις κι εμπειρίες.
Γνωρίζω τον εαυτό μου, τις δυνατότητές μου, δεν πτοούμαι εύκολα, έχω πείσμα, υπομονή και επιμονή και δεν το βάζω στα πόδια με την πρώτη αναποδιά.
Αυτά ακριβώς απεικονίζει και το βιογραφικό μου.
Δεν με τρομάζουν οι συνεντεύξεις, κατέχω το επικοινωνιακό παιχνίδι κι έχω βρεθεί στη θέση του συνεντευξιαζόμενου απέναντι σε κάθε λογής πιθανούς εργοδότες.
Πάντα στον ιδιωτικό τομέα.

Η συνέντευξη είναι όπως το ραντεβού στα τυφλά.
Πας και δεν ξέρεις τι θα σου προκύψει.
Άλλοτε έχεις μεγάλες προσδοκίες που καταρρίπτονται από τα πρώτα κιόλας λεπτά κι άλλες φορές πηγαίνεις για την πλάκα σου και σου προκύπτει διά βίου σχέση.

Η ημέρα της δικής μου πολυαναμενόμενης συνέντευξης, ήρθε.
Παρόλο που σε αυτή τη μικρόπολη τα πάντα είναι υποτυπώδη, οι επιλογές απειροελάχιστες έως ανύπαρκτες και οι συνθήκες πολύ διαφορετικές από ό,τι είχα συνηθίσει χρόνια τώρα, δεν τα άφησα να επηρεάσουν την επαγγελματική μου συμπεριφορά. Προετοιμάστηκα όπως ακριβώς θα έκανα για συνέντευξη σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου.
Φόρεσα ένα από τα εργασιακά μου ενδύματα, έκανα διακριτικό μακιγιάζ και χτένισμα και πήγα λίγο νωρίτερα από την προκαθορισμένη ώρα της συνάντησης.

Εκεί λοιπόν, τα είδα όλα. 
Σαν να μπήκα σε χρονοκάψουλα και να βρέθηκα κάπου αλλού στο χωροχρόνο. 

Ήταν μέρα μεσημέρι, αρχές Οκτωβρίου και στην αίθουσα αναμονής του σχολείου που ήταν ο χώρος που μας φιλοξενούσε, κάποιες άλλες υποψήφιες ήρθαν φορώντας, η μία μπότα μέχρι το γόνατο, η άλλη γόβα μπουζουκιών, σχεδόν όλες μίνι μέχρι τον ομφάλιο λώρο, μακιγιάζ αψεγάδιαστο extra vagance plus και μαλλιά τόσο κομμωτηρίου και φρεσκολακαρισμένα, που η μυρωδιά από τη λακ έφτανε εκεί που καθόμουν.
Όπως επίσης και κάποιας άλλης η μυρωδιά, η οποία δυστυχώς δεν φορούσε καν αποσμητικό.
Στην πλειοψηφία τους μασούσαν και τσίχλα.  

Αναρωτήθηκα εάν είχα βρεθεί κατά λάθος, σε κάποια από τις επαρχιακές ακροάσεις των τηλεοπτικών εκπομπών ανεύρεσης μουσικών ταλέντων. 
Άντρες δεν είδα.
Ίσως εδώ η σχέση τους με τον τουρισμό, εξακολουθεί να έχει χαρακτήρα «Άναμπελ στάσου, μύγδαλα!».

Η επιτροπή που περίμενα να αντικρύσω, πίστευα ότι θα ήταν μερικά άτομα, γνώστες του αντικειμένου χάριν του οποίου βρισκόμασταν εκεί, με δυνατότητα αμερόληπτης αντικειμενικής αξιολόγησης και επικοινωνίας.
Αυτό όμως που αντίκρισα μπαίνοντας στο χώρο της συνέντευξης, με ξεπέρασε, όπως ξεπέρασε και τα πιο ακραία μου σενάρια. 

Καθισμένοι σε ένα φθαρμένο σχολικό ξύλινο πράσινο θρανίο, από αυτά τα μονοκόμματα παλαιού τύπου, βρίσκονταν δύο τύποι, ο τουριστικοεπιχειρηματίας και ο μεγαλοχασάπης του μικρότοπου.
Ο ένας ήταν αφρατούλης, πολύ μελαχρινός και τριχωτός, ήθελε επειγόντως κούρεμα και φορούσε καρό πουκάμισο ανοιχτό μπροστά, ώστε να φαίνεται η χρυσή αλυσίδα πάνω στο σκούρο τρίχωμα που ανέβαινε ως το λαιμό και μέσα από το κενό των κουμπιών του, που μετά βίας κρατιόνταν στην κουμπότρυπα, φαινόταν το λευκό του φανελάκι.

Ο άλλος, κυριολεκτικά παρά τρίχα καραφλός κι αξύριστος, είχε τόσο λίπος πάνω στο πρόσωπο του, που ήταν αρκετό για να σε κάνει να απομακρύνεις το λάδι και το βούτυρο για λίγο καιρό από τη διατροφή σου.
Του έλειπαν και μερικά δόντια (έχω θέμα με τα χαμόγελα που φανερώνουν "ξέφωτα").

Τους καλησπερίζω, κάθομαι απέναντί τους και ξεκινά η τραγελαφική συνέντευξη.
-Αφρατούλης (διαβάζει συλλαβίζοντας): «κουρικουλούμ βιτά;».
-Εγώ (όχι βούτυρο βιτάμ): «Μάλιστα, curriculum vitae, βιογραφικό σημείωμα».
-Αφρατούλης (κοιτώντας με έντονα κι αδιάκριτα): «Είστε Ελληνίδα;».
-Εγώ (φσσστ μπόινγκ): «Ό,τι γράφει το βιογραφικό μου».
-Αφρατούλης (με υφάκι): «Είναι στα Αγγλικά».
-Εγώ (ουφ "Λόλα, να ένα μήλο"): «Ακολουθεί και στα Ελληνικά, γυρίστε τη σελίδα».
-Παρά τρίχα καραφλός (με τοπική προφορά που ακόμα δυσκολεύομαι να καταλάβω): «Δεν είσ' απί 'δω;».
-Εγώ (i beg your pardon?): «H προκήρυξη του ΟΑΕΔ απευθύνεται σε ανέργους πανελλαδικά».
-Αφρατούλης: «Έχετε πολλές γνώσεις, πολύ περισσότερες από αυτές που ζητάμε, μιλάτε και τόσες γλώσσες».
-Εγώ: «Θεωρείτε μειονέκτημα τις ξένες γλώσσες για τον τομέα των τουριστικών επαγγελμάτων;».
-Αφρατούλης: «Δεν χρειάζονται πολλά-πολλά, λίγα Εγγλέζικα θέλουν οι ξένοι, τα βασικά, αυτοί όλη μέρα αραχτοί στην παραλία είναι».

Δεν κράτησε πολύ η συνάντησή μας.
Ούτε και με επέλεξαν για τα σεμινάρια, ούτε είχαν τη βασική ευγένεια να με ενημερώσουν σχετικά. 
Με δική μου πρωτοβουλία έμαθα πως προτίμησαν δικά τους άτομα, γνωστές γνωστών τους, που έμεναν στο μικρότοπο από πάντα, καταλάβαιναν την τοπική διάλεκτο, μιλούσαν και λίγα Εγγλέζικα και αντιμετώπιζαν τους τουρίστες όπως αυτοί, σαν τα απρόσωπα πρόβατα που είναι όλη μέρα στην παραλία και τους αφήνουν χρήματα ως ευχαριστώ, για τον ήλιο και τη θάλασσα τους.
Καθένας κερδίζει ό,τι του αξίζει.

Όσο για μένα, ξεκίνησα τελικά άλλη καριέρα, αυτή της μητρότητας.




Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο www.eyedoll.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου