Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Το τέλειο αρσενικό


Σε κάθε γειτονιά, σε κάθε κοινωνία, υπάρχει ο «ωραίος».

Ο γκόμενος, το αρσενικό της διπλανής πόρτας, ο είναι-δεν είναι διαθέσιμος τύπος, που σε κάνει να μη μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του, αυτός για τον οποίο κοντοστέκεσαι να θαυμάσεις, που τα θηλυκά τον γλυκοκοιτάζουν με μάτια λάγνα όλο υποσχέσεις και τα αρσενικά τον ζηλεύουν μέχρι το κόκαλο.

Στη δική μας γειτονιά και στο δικό μας μικρόκοσμο αυτός είναι ο Α., ο δικός μου Α.

Ήρθε στη ζωή μου λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 2011.
Μόλις πριν λίγους μήνες είχα κι εγώ μετακομίσει στην πόλη και μην έχοντας αποκτήσει ακόμα φίλους, ενώσαμε κυριολεκτικά τις μοναξιές μας έκτοτε και γίναμε αχώριστοι.
Εδώ και δύο χρόνια περίπου, ζούμε κάτω από την ίδια στέγη.

Είναι η φαντασίωση κάθε θηλυκού καθώς είναι γεροδεμένος, ανοιχτόχρωμος, με κατάμαυρα μάτια, δικαίως κάνει τα κεφάλια να γυρνούν στο πέρασμά του και παρόλο που είναι χαμηλών τόνων και λιγομίλητος, όλο και κάποια δικαιολογία βρίσκουν τα θηλυκά για να τον προσεγγίσουν.
Στην αρχή ίσως και να ψιλοζήλευα που γυρνούσαν το κεφάλι τους να τον κοιτάξουν, συνήθισα όμως και πλέον διασκεδάζω κιόλας με την ευρηματικότητά τους, προκειμένου να τραβήξουν την προσοχή του.
Τι σου είναι αυτές οι γυναίκες, άπαξ και βάλουν κάποιον στο μάτι, δεν λογαριάζουν τίποτα παρά μόνο το πώς θα τον αποκτήσουν.

Το σωστό αρσενικό όμως, είναι αυτό που σου χαϊδεύει τις ανασφάλειες μέχρι να φύγουν εντελώς και περπατά περήφανα στο πλάι σου, κάνοντάς σε να νιώθεις ξεχωριστή και να απολαμβάνεις τις στιγμές που είστε μαζί.

Το καλοκαίρι δεν είναι η αγαπημένη εποχή του αγαπημένου μου.
Δυσφορεί με τη ζέστη και παρόλο που τον ταλαιπωρεί να κάθεται στον ήλιο ακόμα και κάτω από την ομπρέλα, δεν μου χαλάει ποτέ χατίρι και με συνοδεύει αδιαμαρτύρητα κάθε φορά που θέλω να πάω στην παραλία.

Κάθεται πάντα δίπλα μου, γιατί ο Α. δεν είναι ο τύπος του αρσενικού που θα σε ξεχάσει στις ξαπλώστρες και θα περάσει την ώρα του στο μπαρ βαθμολογώντας μαγιό με τους φίλους του.
Ούτε είναι αυτός που θα αφήσει να σε πλησιάσουν άγνωστοι πλασιέ της παραλίας ή καμάκια.
Μαζί του νιώθεις σιγουριά και ασφάλεια.
Έχουμε περάσει ήδη δύο καλοκαίρια παρέα κι αυτός εξακολουθεί να είναι ένας γνήσιος ιππότης, πράγμα τόσο σπάνιο στην εποχή μας.

Μιας και η πόλη μας είναι παραθαλάσσια και επαρχιακή, απολαμβάνουμε καθημερινές βόλτες είτε δίπλα στη θάλασσα είτε στη φύση.
Έχει έναν μοναδικό τρόπο ο Α. να επικοινωνεί σιωπηλά με τα στοιχεία της φύσης. Πολλές φορές παρατηρώντας το πόσο ήρεμος είναι, νιώθω ότι μου διδάσκει ζεν.

Το ίδιο ήρεμος είναι και όταν κοιμάται.
Γαλήνια σαν παιδί, δεν θέλει και πολύ να αποκοιμηθεί.
Όπου κι αν κάθεται, όποια ώρα της ημέρας κι αν είναι, έναν υπνάκο δεν το έχει σε τίποτα να τον πάρει.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δε με έχει έγνοια.
Δεν χρειάζεται καν να φωνάξω το όνομά του, γιατί όταν τον χρειαστώ εκείνος με έχει καταλάβει τηλεπαθητικά και είναι πάντα εκεί στο πλάι μου.

Οι τρόποι επικοινωνίας μας είναι πραγματικά συγκινητικοί.
Αρκεί να κοιταχτούμε έντονα στα μάτια και ξέρουμε τι πρέπει να κάνει ο ένας για τον άλλον.
Σπανίζουν στις μέρες μας τέτοιες ειλικρινείς, δυνατές κι έντονες σχέσεις.

Δεν φοβάμαι να παραδεχθώ ότι τον αγαπώ τόσο πολύ, που πονάει.
Νιώθω ότι κι εκείνος έχει αισθήματα για μένα κι ας μη μου τα έχει εκφράσει ποτέ.
Ξέρω ότι είμαστε διαφορετικοί και ότι η σχέση μας έχει ημερομηνία λήξης, αποφεύγω όμως να σκέφτομαι το μέλλον δίχως αυτόν στο πλάι μου.

Προτιμώ να ζούμε ευτυχισμένοι το παρόν που έχουμε, όσο και όπου, αυτό μας οδηγήσει.

Τώρα που το θυμήθηκα, πρέπει να κοιτάξω και το βιβλιάριο υγείας του, έχει να κάνει ένα ακόμα εμβόλιο καθώς και μία ακτινογραφία ισχύων.
Προβλέπονται τέτοιου είδους εξετάσεις προκειμένου να προληφθούν τυχόν γενετικές ανωμαλίες και είμαι διατεθειμένη να κάνω οτιδήποτε χρειαστεί, για να είναι σε άριστη φυσική κατάσταση το τέλειο αρσενικό μου, το chow chow μου, ο Ajax (Άγιαξ)!


Πηγή: www.eyedoll.gr

Κουρικουλούμ βιτά;


Πριν από λίγο καιρό, στη μικρόπολη όπου έχω συναισθηματικά μεταναστεύσει αφήνοντας πίσω τη μεγάλη πόλη και την καλή εργασία, έγινε μία προκήρυξη του ΟΑΕΔ για επιδοτούμενα σεμινάρια τουριστικού περιεχομένου.

Τα ζητούμενα.
Βασική λυκειακή μόρφωση (είχα περισσότερη), ξένη γλώσσα: αγγλική (γνωρίζω περισσότερες), ηλικιακά όρια: ήμουν εντός.
Οπότε κατάθεσα την προαίτηση, πιστεύοντας ότι ίσως η τύχη τελικά να με έφερε εδώ για να ξεκινήσω νέα καριέρα.

Εννοείται πως έγινα δεκτή στην προαίτηση, ακολούθησε η αίτηση συνοδευόμενη από πρωτότυπα, φωτοτυπίες, μεταφράσεις πτυχίων, επικυρωμένες φωτοτυπίες όλων και όλα αυτά ξανά επικυρωμένα και σφραγισμένα από τη γραμματεία της επιτροπής με την οποία θα γινόταν συνάντηση για μία προσωπική συνέντευξη, προς ολοκλήρωση της εικόνας του υποψήφιου.
Απύθμενη Ελληνική γραφειοκρατία, παραμένεις πάντα και παντού ίδια να ταλαιπωρείς τον κόσμο με τη χαρτομανία σου. 

Όχι κομπάζοντας αλλά κοπιάζοντας, έχω καταφέρει να δημιουργήσω ένα βιογραφικό γεμάτο γλώσσες, γνώσεις κι εμπειρίες.
Γνωρίζω τον εαυτό μου, τις δυνατότητές μου, δεν πτοούμαι εύκολα, έχω πείσμα, υπομονή και επιμονή και δεν το βάζω στα πόδια με την πρώτη αναποδιά.
Αυτά ακριβώς απεικονίζει και το βιογραφικό μου.
Δεν με τρομάζουν οι συνεντεύξεις, κατέχω το επικοινωνιακό παιχνίδι κι έχω βρεθεί στη θέση του συνεντευξιαζόμενου απέναντι σε κάθε λογής πιθανούς εργοδότες.
Πάντα στον ιδιωτικό τομέα.

Η συνέντευξη είναι όπως το ραντεβού στα τυφλά.
Πας και δεν ξέρεις τι θα σου προκύψει.
Άλλοτε έχεις μεγάλες προσδοκίες που καταρρίπτονται από τα πρώτα κιόλας λεπτά κι άλλες φορές πηγαίνεις για την πλάκα σου και σου προκύπτει διά βίου σχέση.

Η ημέρα της δικής μου πολυαναμενόμενης συνέντευξης, ήρθε.
Παρόλο που σε αυτή τη μικρόπολη τα πάντα είναι υποτυπώδη, οι επιλογές απειροελάχιστες έως ανύπαρκτες και οι συνθήκες πολύ διαφορετικές από ό,τι είχα συνηθίσει χρόνια τώρα, δεν τα άφησα να επηρεάσουν την επαγγελματική μου συμπεριφορά. Προετοιμάστηκα όπως ακριβώς θα έκανα για συνέντευξη σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου.
Φόρεσα ένα από τα εργασιακά μου ενδύματα, έκανα διακριτικό μακιγιάζ και χτένισμα και πήγα λίγο νωρίτερα από την προκαθορισμένη ώρα της συνάντησης.

Εκεί λοιπόν, τα είδα όλα. 
Σαν να μπήκα σε χρονοκάψουλα και να βρέθηκα κάπου αλλού στο χωροχρόνο. 

Ήταν μέρα μεσημέρι, αρχές Οκτωβρίου και στην αίθουσα αναμονής του σχολείου που ήταν ο χώρος που μας φιλοξενούσε, κάποιες άλλες υποψήφιες ήρθαν φορώντας, η μία μπότα μέχρι το γόνατο, η άλλη γόβα μπουζουκιών, σχεδόν όλες μίνι μέχρι τον ομφάλιο λώρο, μακιγιάζ αψεγάδιαστο extra vagance plus και μαλλιά τόσο κομμωτηρίου και φρεσκολακαρισμένα, που η μυρωδιά από τη λακ έφτανε εκεί που καθόμουν.
Όπως επίσης και κάποιας άλλης η μυρωδιά, η οποία δυστυχώς δεν φορούσε καν αποσμητικό.
Στην πλειοψηφία τους μασούσαν και τσίχλα.  

Αναρωτήθηκα εάν είχα βρεθεί κατά λάθος, σε κάποια από τις επαρχιακές ακροάσεις των τηλεοπτικών εκπομπών ανεύρεσης μουσικών ταλέντων. 
Άντρες δεν είδα.
Ίσως εδώ η σχέση τους με τον τουρισμό, εξακολουθεί να έχει χαρακτήρα «Άναμπελ στάσου, μύγδαλα!».

Η επιτροπή που περίμενα να αντικρύσω, πίστευα ότι θα ήταν μερικά άτομα, γνώστες του αντικειμένου χάριν του οποίου βρισκόμασταν εκεί, με δυνατότητα αμερόληπτης αντικειμενικής αξιολόγησης και επικοινωνίας.
Αυτό όμως που αντίκρισα μπαίνοντας στο χώρο της συνέντευξης, με ξεπέρασε, όπως ξεπέρασε και τα πιο ακραία μου σενάρια. 

Καθισμένοι σε ένα φθαρμένο σχολικό ξύλινο πράσινο θρανίο, από αυτά τα μονοκόμματα παλαιού τύπου, βρίσκονταν δύο τύποι, ο τουριστικοεπιχειρηματίας και ο μεγαλοχασάπης του μικρότοπου.
Ο ένας ήταν αφρατούλης, πολύ μελαχρινός και τριχωτός, ήθελε επειγόντως κούρεμα και φορούσε καρό πουκάμισο ανοιχτό μπροστά, ώστε να φαίνεται η χρυσή αλυσίδα πάνω στο σκούρο τρίχωμα που ανέβαινε ως το λαιμό και μέσα από το κενό των κουμπιών του, που μετά βίας κρατιόνταν στην κουμπότρυπα, φαινόταν το λευκό του φανελάκι.

Ο άλλος, κυριολεκτικά παρά τρίχα καραφλός κι αξύριστος, είχε τόσο λίπος πάνω στο πρόσωπο του, που ήταν αρκετό για να σε κάνει να απομακρύνεις το λάδι και το βούτυρο για λίγο καιρό από τη διατροφή σου.
Του έλειπαν και μερικά δόντια (έχω θέμα με τα χαμόγελα που φανερώνουν "ξέφωτα").

Τους καλησπερίζω, κάθομαι απέναντί τους και ξεκινά η τραγελαφική συνέντευξη.
-Αφρατούλης (διαβάζει συλλαβίζοντας): «κουρικουλούμ βιτά;».
-Εγώ (όχι βούτυρο βιτάμ): «Μάλιστα, curriculum vitae, βιογραφικό σημείωμα».
-Αφρατούλης (κοιτώντας με έντονα κι αδιάκριτα): «Είστε Ελληνίδα;».
-Εγώ (φσσστ μπόινγκ): «Ό,τι γράφει το βιογραφικό μου».
-Αφρατούλης (με υφάκι): «Είναι στα Αγγλικά».
-Εγώ (ουφ "Λόλα, να ένα μήλο"): «Ακολουθεί και στα Ελληνικά, γυρίστε τη σελίδα».
-Παρά τρίχα καραφλός (με τοπική προφορά που ακόμα δυσκολεύομαι να καταλάβω): «Δεν είσ' απί 'δω;».
-Εγώ (i beg your pardon?): «H προκήρυξη του ΟΑΕΔ απευθύνεται σε ανέργους πανελλαδικά».
-Αφρατούλης: «Έχετε πολλές γνώσεις, πολύ περισσότερες από αυτές που ζητάμε, μιλάτε και τόσες γλώσσες».
-Εγώ: «Θεωρείτε μειονέκτημα τις ξένες γλώσσες για τον τομέα των τουριστικών επαγγελμάτων;».
-Αφρατούλης: «Δεν χρειάζονται πολλά-πολλά, λίγα Εγγλέζικα θέλουν οι ξένοι, τα βασικά, αυτοί όλη μέρα αραχτοί στην παραλία είναι».

Δεν κράτησε πολύ η συνάντησή μας.
Ούτε και με επέλεξαν για τα σεμινάρια, ούτε είχαν τη βασική ευγένεια να με ενημερώσουν σχετικά. 
Με δική μου πρωτοβουλία έμαθα πως προτίμησαν δικά τους άτομα, γνωστές γνωστών τους, που έμεναν στο μικρότοπο από πάντα, καταλάβαιναν την τοπική διάλεκτο, μιλούσαν και λίγα Εγγλέζικα και αντιμετώπιζαν τους τουρίστες όπως αυτοί, σαν τα απρόσωπα πρόβατα που είναι όλη μέρα στην παραλία και τους αφήνουν χρήματα ως ευχαριστώ, για τον ήλιο και τη θάλασσα τους.
Καθένας κερδίζει ό,τι του αξίζει.

Όσο για μένα, ξεκίνησα τελικά άλλη καριέρα, αυτή της μητρότητας.




Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο www.eyedoll.gr